ΙΧΘΥΕΣ ΓΛΥΚΕΩΝ ΥΔΑΤΩΝ

Τα είδη της ιχθυοπανίδας που συναντώνται στη περιοχή του Φορέα ανήκουν στην Ιόνιο ζωογεωγραφική περιοχή (Oikonomou, Leprieur & Leonardos, 2014).

 Είδη ιχθύων των εσωτερικών υδάτων που απαντώνται στον Φ.Δ. Χελμού – Βουραίκού.

 Anguilla anguilla (Οικογένεια: Anguillidae) – κοινή ονομασία: Χέλι Κρισίμως Κινδυνέον (IUCN)

  1. Barbus peloponnesius (Οικογένεια: Cyprinidae) – κοινή ονομασία: Χαμοσούρτης,  Πελοποννησιακή μπριάνα
  2. Oncorhynchus mykiss (Οικογένεια: Salmonidae) – κοινή ονομασία: Ιριδίζουσα Πέστροφα
  3. Salaria fluviatilis (Οικογένεια: Blenniidae) – κοινή ονομασία: Ποταμοσαλιάρα
  4. Squalius moreoticus (Οικογένεια: Cyprinidae) – κοινή ονομασία: Ποταμοκέφαλος του Μωριά – Κινδυνέον (IUCN)
  5. Squalius peloponnensis (Οικογένεια: Cyprinidae) – κοινή ονομασία: Πελοποννησιακός Ποταμοκέφαλος
  6. Telestes pleurobipunctatus (Οικογένεια: Cyprinidae) – κοινή ονομασία: Λιάρα, Γκέλμπα
  7. Salmo farioides (Οικογένεια: Salmonidae) – κοινή ονομασία: Ιονική ΠέστροφαΤρωτό (IUCN)

 Ακολουθεί μια σύντομη περιγραφή σημαντικών, για την περιοχή, ειδών.

ΑΣΠΟΝΔΥΛΑ

Τα ασπόνδυλα αποτελούν τη μεγαλύτερη ζωική ομάδα, με πάνω από 1.000.000 είδη παγκοσμίως, η οποία περιλαμβάνει πολυπληθείς επιμέρους κατηγορίες ζώων. Το χαρακτηριστικό που είναι κοινό μεταξύ όλων των ασπόνδυλων είναι η απουσία σπονδυλικής στήλης, αυτή είναι η διάκριση μεταξύ ασπόνδυλων και σπονδυλωτών.

Ο αριθμός των ειδών ασπονδύλων που έχουν καταγραφεί στην Ελλάδα είναι περίπου 27.000, από τα οποία περίπου 4.000 είναι ενδημικά της Ελλάδας, δηλαδή υπάρχουν μόνο στην Ελλάδα και πουθενά αλλού στον κόσμο. Υπολογίζεται όμως ότι πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον 15.000 είδη ακόμη που δεν έχουν ακόμη εντοπιστεί. Οι ελλείψεις αυτές οφείλονται κυρίως στο ότι η πανίδα της Ελλάδας έχει μελετηθεί σποραδικά από ξένους κυρίως επιστήμονες και η βιβλιογραφία βρίσκεται διασπαρμένη σε πολλά μέρη και ορισμένες φορές σε δυσεύρετα περιοδικά (Λεγάκις & Μαραγκού, 2009).

Ο αριθμός των ασπονδύλων της Ελλάδας είναι πολύ μεγάλος σε σχέση με την έκτασή της. Σε μερικές ομάδες, ο αριθμός ειδών ανά τ. χλμ είναι ο υψηλότερος στην Ευρώπη.

Όντας ζώα, τα ασπόνδυλα είναι θηρευτές, και συντηρούνται με την κατανάλωση άλλων οργανισμών. Τα ασπόνδυλα χωρίζονται σε έξι υποκατηγορίες, Σκώληκες, Αρθρόποδα, Μαλάκια, Σπόγγοι, Εχινόδερμα και Κνιδόζωα. Φυσικά, στην περιοχή του Εθνικού Πάρκου δεν απαντώνται όλες αυτές οι κατηγορίες. Μέχρι στιγμής έχουν καταγραφεί κάποια αλλά θεωρείται ότι είναι πολύ λίγα είδη σε σχέση με αυτά που πρέπει να υπάρχουν.

Στον Πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζονται αναλυτικά τα σημαντικότερα είδη που εμφανίζονται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔΧΒ. Σε αυτόν περιλαμβάνονται είδη ασπονδύλων του Παραρτήματος ΙΙ και ΙV της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ που απαντούν στην περιοχή, όπως προκύπτει από τη βιβλιογραφία, από έρευνα πεδίου, καθώς και τα είδη που ανήκουν σε κάποια από τις κατηγορίες κινδύνου των καταλόγων της IUCN.

Viola delphinantha

Οικογένεια: Violaceae

Κοινή ονομασία: Βιόλα η δελφινανθής

Η Viola delphinantha Boiss. είναι χαμαίφυτο ή ημικρυπτόφυτο και περιγράφηκε από τον Άθω το 1843. Αποτελεί είδος προτεραιότητας σύμφωνα με τον κατάλογο του Παραρτήματος ΙΙ της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ και απαντάται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔ Χελμού-Βουραϊκού. Είναι Βαλκανικό ενδημικό είδος με εξάπλωση στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία και ίσως την Αλβανία. Στην Ελλάδα αναφέρεται από τον Χελμό, τον Όλυμπο, τον Άθω, το Παγγαίο, το Φαλακρό και τον Όρβηλο. Αποτελεί πολυετή πόα και αναπτύσσεται σε ρωγμές ασβεστολιθικών βράχων. Κύριες απειλές αποτελούν η αλλαγή της θερμοκρασίας, η ξηρασία και η μικρή βροχόπτωση, καθώς επίσης και η συλλογή. Προστατεύεται επίσης από το Π.Δ. 67/81 και την Σύμβαση Βέρνης.

Valeriana crinii subsp. crinii

Οικογένεια: Valerianaceae

Κοινή ονομασία: Βαλεριάνα η κρίνειος

Η Valeriana crinii subsp. crinii αναπτύσσεται σε σχισμές ασβεστολιθικών βράχων και σάρρες, σε ασβεστολιθικό υπόστρωμα και σε υψόμετρο 1200-2000 m. Είναι τοπικό ενδημικό είδος του Χελμού, γνωστό μόνο από τις βόρειες πλαγιές του όρους. Έχει αξιολογηθεί ως Σπάνιο (R) σύμφωνα με τα κριτήρια της IUCN και απαντάται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔ Χελμού-Βουραϊκού.

Solenanthus stamineus

Οικογένεια: Boraginaceae

Κοινή Ονομασία: Σοληνανθός

Το Solenanthus stamineus εμφανίζεται σε βραχώδεις πλαγιές, σε ασβεστολιθικό υπόστρωμα, σε υψόμετρο 1650-2200 m. Έχει εξάπλωση στην Ελλάδα, στα όρη Χελμός και Γκιώνα, καθώς και στη Τουρκία, την Αρμενία και τη Συρία. Ο πληθυσμός της Γκιώνας πρέπει να αποτελείται από ελάχιστα άτομα. Στον Χελμό είναι πιο κοινό και σχηματίζει ολιγομελείς ομάδες, διάσπαρτες στα ανώτερα υψόμετρα του όρους. Προστατεύεται από το Π.Δ. 67/81 και απαντάται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔ Χελμού-Βουραϊκού.

Silene conglomeratica

Οικογένεια: Caryophyllaceae

To Silene conglomeratica περιγράφηκε το 1983 από το Μέγα Σπήλαιο. Είναι τοπικό ενδημικό είδος του Βουραϊκού. Eίναι τυπικό χασμόφυτο και αναπτύσσεται σε βράχους αποτελούμενους από κροκαλοπαγή πετρώματα, ασβεστολιθικής σύστασης και σε υψόμετρο 800-900 μ.

Polygala subuniflora

Οικογένεια: Polygalaceae

Κοινή ονομασία: Πολύγαλα το υπομονανθές

H Polygala subuniflora περιγράφηκε το 1854 από το ανώτερο τμήμα της κοιλάδας της Στύγας. Είναι τοπικό ενδημικό και εξαιρετικά σπάνιο είδος, γνωστό μόνο από μια θέση. Αναπτύσσεται σε βραχώδεις και πετρώδεις πλαγιές, συνήθως σε θέσεις με σχετικά πυκνή ποώδη βλάστηση, σε υψόμετρο 1900-2200 μ. Ένας πληθυσμός είναι γνωστός μέχρι σήμερα. Το διαφαινόμενο εξαιρετικά μικρό μέγεθος του πληθυσμού του, το καθιστά ευάλωτο σε τυχαία γεγονότα που μπορεί να οδηγήσουν ακόμα και στην εξαφάνισή του. Έχει αξιολογηθεί ως Κινδυνεύον (ΕΝ) σύμφωνα με τα κριτήρια της IUCN, προστατεύεται από το Π.Δ. 67/81 και απαντάται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔ Χελμού-Βουραϊκού.

Macrotomia densiflora

Οικογένεια: Boraginaceae

Η Macrotomia densiflora περιγράφηκε αρχικά το 1847 ως Lithospermum densiflorum Ledeb. Ex Nordm. από τα σύνορα της ΒΑ Τουρκίας με την Αρμενία. Εξαπλώνεται στην περιοχή του Καυκάσου, την Τουρκία και την Ελλάδα. Ο μεγαλύτερος γνωστός πληθυσμός του είδους στην Ελλάδα, βρίσκεται στον Χελμό, ενώ ένας ολιγομελής πληθυσμός έχει εντοπισθεί στο όρος Γκιώνα. Αναπτύσσεται σε πετρώδεις και βραχώδεις πλαγιές, σχισμές ασβεστολιθικών βράχων, σε υψόμετρο 1200-1900 m. Έχει αξιολογηθεί ως Τρωτό (VU) σύμφωνα με τα κριτήρια της IUCN.

Lonicera alpigena subsp. hellenica

Οικογένεια: Berberidaceae

Το Lonicera alpigena subsp. hellenica περιγράφηκε αρχικά το 1856 ως Lonicera hellenica από την περιοχή των Υδάτων Στυγός και αποτελεί ένα υποείδος με εξαιρετικά περιορισμένη γεωγραφική εξάπλωση, γνωστό από έναν μόνο πληθυσμό. Προστατεύεται από το Π.Δ. 67/81 και απαντάται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔ Χελμού-Βουραϊκού. Αναπτύσσεται σε βραχώδεις θέσεις με αραιή δασική βλάστηση, σε ασβεστολιθικό υπόστρωμα και σε υψόμετρο 1650-1700 μ.

Gymnospermium peloponnesiacum

Οικογένεια: Berberidaceae

Το Gymnospermium peloponnesiacum συλλέχθηκε για πρώτη φορά το 1987 από το όρος Παναχαϊκό και περιγράφηκε ως διακριτό taxon για πρώτη φορά το 2003. Είναι ενδημικό είδος της βόρειας και κεντρικής Πελοποννήσου, με εξάπλωση στα όρη Παναχαϊκό, Κλωκός, Χελμός, Ρούσκιο, Σκεπαστό, Κυλλήνη και Μαίναλο. Αναπτύσσεται σε βραχώδη και πετρώδη ορεινά ενδιαιτήματα, ανοιχτές συστάδες Abies cephalonica, συχνά κατά μήκος ρεμάτων, σε ασβεστολιθικό υπόστρωμα και σε υψόμετρο 800-1700 m. Η βόσκηση από βοοειδή και αιγοπρόβατα αποτελεί την κύρια απειλή του. Έχει αξιολογηθεί ως Τρωτό (VU) σύμφωνα με τα κριτήρια της IUCN, προστατεύεται από το Π. Δ. 67/81 και απαντάται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔ Χελμού-Βουραϊκού.