Οι πηγές του ποταμού Λάδωνα

Οι πηγές του ποταμού βρίσκονται σε υψόμετρο 500 μέτρων στην τοποθεσία Χελωνοσπηλιά, κοντά στα χωριά Παγκράτι και Λυκούρια στα νοτιοδυτικά του Χελμού. Εκεί, μετά από ένα τυροκομείο, θα δούμε τα εντυπωσιακά σε όγκο νερά που αναβλύζουν μέσα από την γή σχηματίζοντας τον Λάδωνα.

Ο Λάδωνας αποτελεί τον μεγαλύτερο παραπόταμο του Αλφειού, τον οποίο συναντάει μετά από 75 χλμ. πορείας. Ο ποταμός αναφέρεται από τον Παυσανία ο οποίος ταξιδεύοντας στα μέρη μας (περίπου το 174 μ.Χ.) έγραψε στα «Αχαϊκά» του «Κάλλους γαρ μεν ένεκα ουδενός ποταμού δεύτερος ούτε των βαρβαρικών εστί ούτε Έλληνος» δηλαδή: «δεν υπάρχει άλλος ποταμός πιο ωραίος ούτε στην Ελλάδα ούτε αλλού».

Αισθητικό Δάσος Καλαβρύτων

Έχει έκταση 2473.35 εκτάρια και η βλάστηση χαρακτηρίζεται κυρίως από δάση κεφαλληνιακής ελάτης (Abies cephalonica), μακκία, φρύγανα, λιβάδια και δενδροφυτέσεις.

Καταγράφονται σημαντικά είδη πανίδας που είτε είναι απειλούμενα ή/και προστατεύονται από την ελληνική και διεθνή νομοθεσία, όπως:

  • τα λεπιδόπτερα Charaxes jasius, Cyaniris helena, Pieris ergane, Pseudophilotes bavius, Pyrgus alveus και Saturnia pyri,
  • ο ευρωπαϊκός δενδροβάτραχος (Hyla arborea),
  • η πελοποννησιακή γουστέρα (Podarcis peloponnesiaca),
  • η μεσογειακή χελώνα (Testudo hermanni),
  • ο ευρωπαϊκός λαγός (Lepus europaeus),
  • η αγριόγατα (Felis silvestris).

Η περιοχή εντάσσεται στη Ζώνη Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) για την Ορνιθοπανίδα «Όρος Χελμός (Αροάνια) – Φαράγγι Βουραϊκού και περιοχή Καλαβρύτων»» (GR2320013)

Σημαντικά είδη της ορνιθοπανίδας είναι ο Χρυσαετός (Aquila chrysaetos) και ο Μπούφος (Bubo bubo).

Λίμνη Δόξα

Η λίμνη Δόξα είναι μία τεχνητή λίμνη, η οποία βρίσκεται σε υψόμετρο 900 μέτρων πάνω από την πεδιάδα του Φενεού, ανάμεσα στα βουνά Ζήρεια και Χελμός, καλύπτει έκταση 480 στρεμμάτων και το βάθος της φτάνει τα 35 μέτρα. Το όνομα της λίμνης προέρχεται από τον χείμαρρο Δόξα που ρέει στην περιοχή. Οι ποταμοί Δόξας και Όλβιος μετέφεραν τα νερά τους στη λίμνη του Φενεού. Κατά τη μυθολογία, η συγκεκριμένη περιοχή ήταν του Ποσειδώνα, ο οποίος θύμωνε και προκαλούσε τις πλημμύρες της λίμνης. Η κατασκευή του φράγματος ξεκίνησε το 1994 και ολοκληρώθηκε το 1996 με σκοπό την κάλυψη των αρδευτικών αναγκών της κοιλάδας του Φενεού.

Η λίμνη βρίσκεται ανάμεσα σε ψηλές χιονισμένες κορφές και μαζί με τα πυκνά δάση της περιοχής αποτελεί έναν μοναδικό ορεινό υγρότοπο. Στο κέντρο της λίμνης υπάρχει μια χερσόνησος που στο τέλος της καταλήγει στο γραφικό εκκλησάκι του Αγίου Φανουρίου(ή Παλαιομονάστηρο, κτίσμα του 14ου αιώνα που εγκαταλείφθηκε τον 17ο αιώνα από μια πλημμύρα της περιοχής). Το εκκλησάκι πανηγυρίζει στις 27 Αυγούστου, ημέρα ονομαστικής εορτής του Αγίου, καθώς και τη μέρα εορτασμού των Φώτων, όπου γίνεται καθαγιασμός των υδάτων της λίμνης.

Από τη λίμνη ξεκινάει και ένα από τα ομορφότερα μονοπάτια της Πελοποννήσου που φτάνει μέχρι την κορυφή της Ντουρντουβάνας στα 2.109 μέτρα που αποτελεί την ανατολική απόληξη του Χελμού. Η ύπαρξη σπάνιας χλωρίδας και πανίδας προσδίδουν μεγάλη οικολογική αξία στην περιοχή. Η λίμνη βρίσκεται εντός της Ζώνη Ειδικής Προστασίας (Ζ.Ε.Π.) της ορνιθοπανίδας με τίτλο «Όρος Χελμός (Αροάνια) – Φαράγγι Βουραϊκού και περιοχή Καλαβρύτων» (GR2320013) σύμφωνα με την Οδηγία 79/409/ ΕΟΚ και εντός της Ειδικής Ζώνης Διατήρησης με τίτλο «Όρος Χελμός και τα Ύδατα της Στυγός» (GR2320002) σύμφωνα με την Οδηγία 92/43/ΕΟΚ. Γύρω από τη λίμνη αναπτύσσεται ένα δάσος κεφαλληνιακής ελάτης και μαυρόπευκων που σε πολλά σημεία ενώνεται με μεικτά δάση βελανιδιών, καστανιών, φτελιών και κοκκορεβυθιών. Η λίμνη διατηρεί πλούσια ορνιθοπανίδα, καθώς την επισκέπτονται πολλά υδρόβια και παρυδάτια πουλιά. Αποτελεί πολύ σημαντικό τόπο διατροφής για τα αρπακτικά πουλιά που φωλιάζουν στα γύρω δάση και τόπο διαχείμασης και ενδιάμεσο σταθμό για τα μεταναστευτικά είδη.

Λίμνη Τσιβλού

Η λίμνη του Τσιβλού, βρίσκεται στον Δήμο Αιγιαλείας του Νομού Αχαΐας. Είναι μια μικρή ορεινή λίμνη που είναι συνδεδεμένη με εξαιρετικά βίαια γεωλογικά φαινόμενα που συνέβησαν το 1913 και 1914. Στη μεγάλη κατολίσθηση, το 1913, τεράστιοι όγκοι χωμάτων κάλυψαν την κοίτη του ποταμού Κράθη και του παραπόταμού του αφανίζοντας το γραφικό χωριό της Συλίβαινας και καταπλακώνοντας ένα μέρος από το γειτονικό οικισμό του Τσιβλού. Η λίμνη δημιουργήθηκε από τα νερά που συγκεντρώθηκαν πίσω από τους όγκους χωμάτων και αποτελεί ίσως τη νεώτερη φυσική λίμνη της Ευρώπης. Το όνομα στη λίμνη το έδωσε ο οικισμός του Τσιβλού, που μέρος του θάφτηκε κάτω από τα νερά της. Η λεκάνη απορροής της βρίσκεται σε υψόμετρο 720 μέτρων, έχει επιφάνεια μικρότερη από 200 στρέμματα και ακτογραμμή 1800 μ. Το βαθύτερο σημείο της είναι περίπου στα 75 μ. Η έκτασή της αυξομειώνεται συνεχώς, καθώς η στάθμη της ανεβοκατεβαίνει ανάλογα με την εποχή και το ύψος των βροχοπτώσεων κάθε χρονιά. Δέχεται νερά από τους χειμάρρους που κατεβαίνουν από το Χελμό κυρίως την άνοιξη ή με το λιώσιμο του χιονιού.

Η λίμνη Τσιβλού ανήκει στους 29 γεωλογικούς σχηματισμούς ιδιαίτερης αξίας (γεώτοποι) στο Γεωπάρκο. Η οικολογική αξία της περιοχή όσον αφορά το χλωριδικό πλούτο και την ιχθυοπανιδα που φιλοξενεί είναι πολύ σημαντική. Γύρω από την λίμνη κυριαρχούν τα κωνοφόρα (ελάτη, μαύρη πεύκη και χαλέπιοπεύκη). Στη λίμνη ζουν πέντε είδη ψαριών (κυπρίνοι, πέστροφες και κουνουπόψαρα, τα οποία έχουν εισαχθεί, ο κέφαλος του γλυκού νερού και η ντάσκα).

Οι όχθες τις είναι ιδανικές για πεζοπορία και βόλτα, αλλά και για ποδήλατο, ενώ ορισμένοι επιλέγουν τη λίμνη και για κωπηλασία ή κολυμπούν στα δροσερά νερά της, κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Η διαδρομή περιμετρικά της λίμνης είναι πολύ ευχάριστη και μπορεί να γίνει σε λιγότερο από δύο ώρες.

Πλανητέρο (Πηγές Αροανίου ποταμού)

Κοντά στο χωριό Πλανητέρο, μέσα σε πλατανόδασος, πηγάζει ο Αροάνιος ποταμός. Σχηματίζεται στην περιοχή των χωριών Πλανητέρο και Άρμπουνα, από νερά της λεκάνης του Φενεού που φθάνουν εδώ από καταβόθρες. Ενισχύεται από τα μικρότερα ρέματα Λαγκάδα και Χαλίκι και ρέει με νότια κατεύθυνση ώσπου να συναντηθεί με το Λάδωνα ποταμό. Το μήκος του είναι περίπου 10 χλμ.

Ύδατα Στυγός

Τα ύδατα της Στυγός συνδέθηκαν με θεολογικές και φιλοσοφικές ιδέες, όπως αυτές από τα Ελευσίνια Μυστήρια και τις Ορφικοπυθαγορικές δοξασίες για την μετενσάρκωση.

Στα ύδατα της Στύγας ορκίζονταν όλοι οι θεοί, ακόμη και ο Ήλιος. Ήταν ο πιο μεγάλος όρκος των θεών και στα νερά της οι θεοί έκαναν την ποινή τους, όταν ήταν τιμωρημένοι. Το όνομα της προκαλούσε φόβο σε θεούς και ανθρώπους. Έλεγαν, πως κανένα ζωντανό ον δεν επρόκειτο να ζήσει εάν έπινε από το νερό αυτό.

Ο Αχιλλέας ήταν άτρωτος, όπως ξέρουμε, καθώς η Θέτιδα η μητέρα του μόλις γεννήθηκε, τον βούτηξε στα νερά της Στύγας για να τον κάνει αθάνατο. Ο αστράγαλος όμως του παιδιού έμεινε άβρεχτος. Εκεί, θα βρει την ευκαιρία και θα τον χτυπήσει, αργότερο στον κάμπο της Τροίας, ο Πάρις με το βέλος του… και θα τον σκοτώσει….

Η ανάβαση γίνεται από το χωριό Περιστέρα (ή Σόλος).

Σπήλαιο Λιμνών Καστριών Καλαβρύτων

Το Σπήλαιο Λιμνών, που παλαιότερα ονομαζόταν Τρουπίσιο, βρίσκεται σε υψόμετρο 827 μέτρων και απέχει 17 χλμ. από τα Καλάβρυτα και 9 χλμ. από την Κλειτορία. Το σπήλαιο χωρίζεται σε τέσσερα τμήματα και η είσοδός του βρίσκεται 83 μ. χαμηλότερα από το ψηλότερο επίπεδο του σπηλαίου. Η φυσική είσοδος είναι ευρύχωρη (3,50 μ. ύψος και 6,50 μ. πλάτος) και ιδιαιτέρως εντυπωσιακή. Οι 13 αλλεπάλληλες κλιμακωτές λίμνες στο εσωτερικό του σπηλαίου αποτελούν μοναδικό γεωλογικό φαινόμενο. Το αξιοποιημένο μήκος του σπηλαίου ανέρχεται, προς το παρόν σε 500 μ., ενώ το συνολικό μήκος του είναι 1.980 μ. Ο επισκέπτης μπαίνει στο σπήλαιο από τεχνητή σήραγγα και η διάβαση των λιμνών γίνεται από υπερυψωμένες τεχνητές γέφυρες. Οι λαβυρινθώδεις διάδρομοι, οι μυστηριώδεις στοές, οι υπέροχοι σταλακτίτες, αλλά κυρίως οι αλλεπάλληλες κλιμακωτές σε τρεις ορόφους λίμνες το καθιστούν μοναδικό στον κόσμο (https://www.kastriacave.gr/).

Φαράγγι Βουραϊκου ποταμού

Ο Βουραϊκός ποταμός πηγάζει ανάμεσα στις ανατολικές προεκτάσεις του Ερύμανθου και τις δυτικές του Χελμού και ρέει με βόρεια κατεύθυνση στα δυτικά του νόμου Αχαΐας. Διασχίζει ένα απόκρημνο φαράγγι μέσα στο οποίο κινείται ο οδοντωτός σιδηρόδρομος, που συνδέει τα Καλάβρυτα με το Διακοπτό.

Το φαράγγι βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της Πελοποννήσου, μεταξύ του Όρους Χελμού και των ανατολικών προεκτάσεων του Παναχαϊκού. Έχει συνολικό μήκος 15 km και καταλαμβάνει τμήματα των επαρχιών Αιγιαλείας και Καλαβρύτων.

Το όνομα του φαραγγιού μνημονεύει τη Βούρα, σημαντική πόλη της αρχαιότητας που πρωτοστάτησε στην ίδρυση της Αχαϊκής Συμπολιτείας και πήρε το όνομά του ο Βουραϊκός, που οι αρχαίοι τον έλεγαν Ερασίνο. Η θέση της αρχαίας πόλης Βούρα τοποθετείται στο χωριό Κάστρο, κοντά στο Άνω Διακοπτό, όπου υπάρχουν κάποια αρχαία λείψανα. Ο μύθος θέλει τον Ηρακλή να τραβά μια μαχαιριά με το σπαθί του στη θέση «Πόρτες», κόβοντας στα δύο το βράχο που του έκλεινε το πέρασμα για να φτάσει κατ’ άλλους στον Ευρυσθέα, κατ’ άλλους στην αγαπημένη του Βούρα την κόρη της Ελίκης.

Το πιο αξιομνημόνευτο στοιχείο του φαραγγιού είναι το μικρό τρενάκι που το διασχίζει απ’ άκρη σ’ άκρη. Η κατασκευή του οδοντωτού σιδηροδρόμου μέσα στο φαράγγι και πλάι στο Βουραϊκό ποταμό, ξεκίνησε από την Κυβέρνηση Χαρίλαου Τρικούπη το 1889, στο πλαίσιο του μεγαλεπήβολου σχεδίου σιδηροδρομικής σύνδεσης όλης της Ελλάδας και εγκαινιάστηκε το 1896. Αποτελεί το μοναδικό στην Ελλάδα οδοντωτό σιδηρόδρομο και το στενότερο οδοντωτό της Ευρώπης, με άνοιγμα σιδηροτροχιών μόλις 75 εκατοστά. Η πρώτη μηχανή ήταν ατμοκίνητη και σε κάθε στάση υπήρχαν υδατόπυργοι για την αναπλήρωση του νερού. Ο σιδηρόδρομος διασχίζει το Φαράγγι του Βουραϊκού περνώντας σε μεγάλο μήκος του από σήραγγες και γέφυρες, καλύπτοντας συνολικά απόσταση 22 χλμ. Σήμερα χρησιμοποιείται κυρίως για τουριστική περιήγηση, σε μία από τις ομορφότερες και εντυπωσιακότερες διαδρομές της Ελλάδας.

Δίπλα από τις γραμμές του τρένου υπάρχει μονοπάτι που παλιότερα χρησιμοποιούνταν από τους κατοίκους της περιοχής. Σήμερα η ίδια χάραξη έχει σηματοδοτηθεί με σύμβολα του Ευρωπαϊκού Μονοπατιού Ε4 και χρησιμοποιείται από Έλληνες και ξένους πεζοπόρους. Η διαδρομή για το κατέβασμα απαιτεί περίπου 6 ώρες και για το ανέβασμα περίπου 7 με 8 ώρες.

Κάθε χρόνο τη δεύτερη Κυριακή του Μαΐου, διοργανώνεται από το Σύλλογο Ορειβασίας και Χιονοδρομίας Καλαβρύτων, το Πανελλήνιο Πέρασμα με τη συμμετοχή εκατοντάδων ορειβατών και πεζοπόρων.

Ιερά Μονή Αγίων Θεοδώρων Αροανίας

Στην πλαγιά μιας παραφυάδας του Ολονού της περιοχής Αροανίας, μόλις 30΄ ψηλότερα από το χωρίο Αναστάσοβα βρίσκεται η Μονή των Αγίων Θεοδώρων. Είναι φωλιασμένη στην πλαγιά του βουνού Ζέμπι, σε υψόμετρο 1000 μ. περίπου. Απέχει από τα Καλάβρυτα 28 χλμ. Η πρόσβαση στη Μονή γίνεται και από τα Τριπόταμα (111) δια μέσου Σοποτού, σε ίδια απόσταση από τα Καλάβρυτα.

Ιερά Μονή Ευαγγελίστριας Δάφνη

Η Μονή Ευαγγελίστριας είναι γυναικεία Κοινοβιακή Μονή που ανήκει στην Ιερά Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας. Βρίσκεται κοντά στο χωριό Δάφνη Καλαβρύτων και είναι χτισμένη στις παρυφές του βουνού Κορακοφωλιά, σε υψόμετρο 931 μέτρων, στα ΒΔ. του βουνού του Αγίου Μάμαντος. Απέχει 46 περίπου χιλιόμετρα από τα Καλάβρυτα και 112 περίπου χιλιόμετρα από την Πάτρα.

Η Μονή κτίστηκε, σύμφωνα με την παράδοση, τον 14ο αιώνα από δύο μοναχούς τον Κύριλλο και τον Ιερεμία αλλά δεν υπάρχει σχετική μαρτυρία επ’ αυτού και ο κτήτοράς της παραμένει άγνωστος. Οι αρχαιότερες τοιχογραφίες που υπάρχουν στη Μονή ανάγονται, σύμφωνα με ορισμένες απόψεις, στον 16ο αιώνα ενώ σύμφωνα με κάποιες άλλες είναι παλιότερες, ίσως μεταξύ 11ου και 13ου αιώνα. Από την παλιότερη διασωζόμενη σφραγίδα της Μονής του έτους 1679 που την χαρακτηρίζει ως Βασιλική, συμπεραίνουμε ότι παλιότερα υπαγόταν απευθείας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και ότι χτίστηκε πριν από την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως. Οι σωζόμενες σφραγίδες του 1679 και του 1702 καθώς και το συνοδικό σιγίλιο του 1741 είναι οι παλιότερες απτές αποδείξεις της ύπαρξής της αλλά σίγουρα έχει ιδρυθεί προγενέστερα. Παλιότερα ήταν ανδρών μονή.

Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας η Μονή καταστράφηκε δύο φορές· το 1770, από τους Αλβανούς μετά τα Ορλωφικά, και το 1826, από τον Ιμπραήμ, αλλά ανοικοδομήθηκε εκ νέου το 1830. Κατά τη διάρκεια της Επανάσταση του 1821, οπλαρχηγοί όπως ο Κολοκοτρώνης, οι Πετμεζαίοι, οι Δεληγιανναίοι, οι Ζαΐμηδες, ερχόντουσαν στο μοναστήρι για πληροφορίες, τροφοδοσία κ.λπ., ενώ με το ξέσπασμα της Επανάστασης ο Κανέλλος Δεληγιάννης έκρυψε εκεί την οικογένειά του.

Το 1833 η Μονή καταργήθηκε με Βασιλικό Διάταγμα που ανακλήθηκε όμως ένα χρόνο αργότερα. Τελικά το 1854, κάτω από την πίεση ορισμένων κατοίκων της Δάφνης, που εποφθαλμιούσαν την παρουσία της Μονής, και με την δικαιολογία ότι η Μονή υπέθαλπε ληστές, με νέο Βασιλικό Διάταγμα η Μονή καταργήθηκε οριστικά. Στα 1902 η εγκαταλελειμμένη Μονή επισκευάστηκε με δαπάνη του Γεωργικού Συλλόγου Παΐων.