Articles by: fdxv_admin

ΠΤΗΝΑ

Η Ελλάδα διαθέτει μια πλούσια σε είδη ορνιθοπανίδα, αν και οι πληθυσμοί της συντριπτικής πλειονότητας των ειδών είναι μικροί, λόγω της περιορισμένης έκτασης της χώρας και του κατακερματισμού των βιοτόπων. Επιπλέον, παρά το ότι υπάρχουν ακόμη πολλά κενά στις επιστημονικές μας γνώσεις για την ακριβή γεωγραφική κατανομή, τους πληθυσμούς, αλλά και τη βιολογία/οικολογία πολλών ειδών, τα πουλιά είναι μία από τις καλύτερα μελετημένες ομάδες σπονδυλοζώων στην Ελλάδα.

Σήμερα ο κατάλογος των πουλιών της Ελλάδας αριθμεί 442 είδη, τα οποία κατανέμονται σε 6 βασικές κατηγορίες (Τακτικά αναπαραγόμενα, Χειμερινοί επισκέπτες, Διερχόμενοι μετανάστες, Τυχαίοι/παραπλανημένοι επισκέπτες, Απροσδιόριστα  και Εκλιπόντα) (Λεγάκις & Μαραγκού, 2009).

Η θεσμική προστασία των Σημαντικών Περιοχών για τα Πουλιά για  τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατοχυρώνεται μέσα από την Οδηγία για την προστασία της άγριας ορνιθοπανίδας (79/409/ΕΟΚ), που προβλέπει τη θεσμοθέτηση Ζωνών Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ), για την διατήρηση των σπάνιων και απειλούμενων, αλλά και των μεταναστευτικών πτηνών σε κάθε χώρα μέλος.

H περιοχή του Χελμού αποτελεί το φυσικό κέντρο των υπόλοιπων ορεινών όγκων της Βόρειας και Κεντρικής Πελοποννήσου, καθώς συνδέεται με όλους τους υπόλοιπους ορεινούς όγκους, δηλαδή Ζήρεια στα Αντολικά, Ολίγυρτος-Σαϊτάς-βουνά Αρκαδίας στα Νότια – Νοτιοανατολικά, βουνά Γορτυνίας στα Νότια Νοτιοδυτικά, Ερύμανθος στα Δυτικά-Νοτιοδυτικά και Κλωκός-Παναχαϊκό στα Δυτικά. Αυτό σημαίνει ότι, από ζωογεωγραφικής πλευράς, η περιοχής έχει ιδιαίτερη σημασία για τη διατήρηση ειδών δασικής και ορεινής πανίδας (Παπακωνσταντίνου Κ., 2009).

ΖΕΠ GR2320013: «Όρος Χελμός (Αροάνια) – Φαράγγι Βουραϊκού και περιοχή Καλαβρύτων»

Το Εθικό Πάρκο Χελμού-Βουραϊκού περιλαμβάνει την ΖΕΠ «Όρος Χελμός (Αροάνια) – Φαράγγι Βουραϊκού και περιοχή Καλαβρύτων» (GR2320013). Η ορνιθοπανίδα της περιοχής παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον και περιλαμβάνει πτηνά που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ καθώς και σημαντικά μεταναστευτικά είδη. Τα είδη χαρακτηρισμού της ΖΕΠ, τα είδη δηλαδή τα οποία οδήγησαν στην θεσμοθέτηση της είναι ο Χρυσαετός και ο Μπούφος.

Παρουσιάζεται και κατηγοριοποιείται η ορνιθοπανίδα της περιοχής σε είδη χαρακτηρισμού της Ζώνης Ειδικής Προστασίας, τα είδη δηλαδή τα οποία οδήγησαν στην θεσμοθέτηση της περιοχής ως ΖΕΠ, σε είδη του Παραρτήματος Ι της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ καθώς και σε μεταναστευτικά είδη που απαντώνται στην περιοχή.

  1. Είδη χαρακτηρισμού της Ζώνης Ειδικής Προστασίας: Aquila chrysaetos (Χρυσαετός), Bubo bubo (Μπούφος)

 

  1. Πτηνά που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ: Ixobrychus minutes, Nycticorax nycticorax, Ciconia nigra, Pernis pivorus, Milvus migrans, Gyps fulvus, Circaetus gallicus, Circus aeruginosus, Circus cyaneus, Circus pygargus, Buteo rufinus , Aquila pomarina, Aquila chrysaetos, Hieraaetus pennatus, Hieraaetus fasciatus, Falco naumanni, Falco vespertinus, Falco columbarius, Falco eleonorae, Falco biarmicus, Falco peregrinus  Alectoris graeca graeca, Bubo bubo, Caprimulgus europaeus, Dendrocopos medius, Dendrocopos leucotos, Calandrella brachydactyla, Lullula arborea, Anthus campestris , Lanius collurio, Lanius minor, Emberiza hortulana

 

  1. Μεταναστευτικά πτηνά τακτικά παρόντα στην περιοχή που δεν περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ: Tachybaptus ruficollis, Phalacrocorax carbo, Ardea cinerea, Anas Platyrhynchos, Buteo buteo, Charadrius dubius, Gallinago gallinago, Scolopax rusticola, Tringa ochropus, Columba palumbus, Streptopelia turtur, Otus scops, Apus apus, Apus melba, Alauda arvensis, Hirundo rustica, Delichon urbica, Motacilla flava, Oenanthe hispanica, Monticola saxatilis, Muscicapa striata, Oriolus oriolus, Lanius senator, Emberiza melanocephala.

 

Η ορνιθοπανίδα της Πελοπόννησου, καθώς  και η περιοχή μελέτης ειδικότερα, είχε μελετηθεί ήδη από τις αρχές του 19ου αι.  O Niethammer το 1943 έχοντας ως οδηγό τις βιβλιογραφικές πηγές της εποχής και ιδιαίτερα τις εργασίες των Parrot, C. (1905) και Reiser, O. (1905), επισκέφθηκε την Πελοπόννησο και κατέγραψε στην περιοχή μελέτης πάνω από 50 είδη ορνιθοπανίδας. Με βάση την ΕΠΜ που έχει πραγματοποιηθεί, συνολικά στην περιοχή καταγράφηκαν 149 είδη πτηνών, 63 από τα οποία είναι μόνιμοι κάτοικοι της περιοχής και 37 είναι καλοκαιρινοί επισκέπτες που θεωρείται ότι αναπαράγονται σε αυτήν.

Συνολικά λοιπόν, στην περιοχή μελέτης αναπαράγονται 99 είδη πτηνών, ποσοστό περίπου 67% επί του συνολικού αριθμού ειδών της περιοχής. Από τα υπόλοιπα είδη, τα 32 (ποσοστό 21%) απαντώνται μόνο κατά τις περιόδους της μετανάστευσης (εαρινή και φθινοπωρινή), ενώ τα υπόλοιπα 18 (ποσοστό 12 %) διαχειμάζουν στην περιοχή μελέτης.

Τα είδη που απαντώνται στην περιοχή μελέτης ταξινομήθηκαν γενικά σε πέντε οικολογικές ομάδες:

  • τα υδρόβια είδη, που εκπροσωπούνται από τις οικογένειες Podicipedidae και Rallidae (συνολικά δύο είδη),
  • τα παρυδάτια είδη, που εκπροσωπούνται από τις οικογένειες Charadridae και Scolopacidae (συνολικά πέντε είδη),
  • τα αρπακτικά είδη, που εκπροσωπούνται από τις οικογένειες Accipitridae, Falconidae, Tytonidae και Strigidae (συνολικά 27 είδη),
  • τα υπόλοιπα μη στρουθιόμορφα είδη που εκπροσωπούνται από τις οικογένειες Phasianidae, Columbidae, Caprimulgidae, Apodidae, Alcedinidae, Meropidae, Coraciidae, Picidae (20 συνολικά είδη),
  • τα στρουθιόμορφα είδη, που συνιστούν την πολυπληθέστερη ομάδα ειδών, όπου περιλαμβάνονται οι οικογένειες Alaudidae, Hirundinidae, Motacillidae, Cinclidae, Troglodytidae, Prunellidae, Turdidae, Sylviidae, Muscicapidae, Aegithalidae, Paridae, Sittidae, Tichodromadidae, Certhidae, Remizidae, Oriolidae, Laniidae, Corvidae, Sturnidae, Passeridae, Fringillidae και Emberizidae (95 συνολικά είδη).

Από τα είδη της περιοχής μελέτης, τα 114 αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ της Σύμβασης της Βέρνης (Νόμος 1335/83, «Σύμβαση για την διατήρηση της άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης»), τα 27 περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της Κοινοτικής Οδηγίας 79/409 «για την προστασία των αγρίων ειδών πτηνών και των βιοτόπων τους» (όπως αυτό ισχύει σήμερα μετά από την τελευταία τροποποίηση 97/49/EC), ενώ τα 17 περιλαμβάνονται στο Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Σπονδυλοζώων της Ελλάδας (Καρανδεινός 1992).

ΕΡΠΕΤΑ

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στη βιβλιογραφία αλλά και στα Τυποποιημένα Δελτία Δεδομένων της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για τις περιοχές ΕΖΔ GR2320002 « Όρος Χελμός και τα Ύδατα της Στυγός», ΕΖΔ GR2320003 «Φαράγγι του Βουραϊκού», ΕΖΔ GR2320004 «Αισθητικό Δάσος των Καλαβρύτων», ΕΖΔ GR2320009 «Σπήλαιο των Καστριών», ΕΖΔ GR2320008 «Όρος Ερύμανθος», ΖΕΠ GR2320012 «Όρος Ερύμανθος» και ΖΕΠ GR2320013 «Όρος Χελμός (Αροάνια) – Φαράγγι Βουραϊκού και περιοχή Καλαβρύτων», τα είδη κοινοτικού ενδιαφέροντος που εξαπλώνονται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔΧΒ, περιλαμβάνουν 24 είδη ερπετών (τέσσερις χελώνες, 13 σαύρες και 7 φίδια), τα οποία αναφέρονται στον πίνακα.

ΑΜΦΙΒΙΑ

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στη βιβλιογραφία αλλά και στα Τυποποιημένα Δελτία Δεδομένων της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για τις περιοχές ΕΖΔ GR2320002 « Όρος Χελμός και τα Ύδατα της Στυγός», ΕΖΔ GR2320003 «Φαράγγι του Βουραϊκού», ΕΖΔ GR2320004 «Αισθητικό Δάσος των Καλαβρύτων», ΕΖΔ GR2320009 «Σπήλαιο των Καστριών», ΕΖΔ GR2320008 «Όρος Ερύμανθος», ΖΕΠ GR2320012 «Όρος Ερύμανθος» και ΖΕΠ GR2320013 «Όρος Χελμός (Αροάνια) – Φαράγγι Βουραϊκού και περιοχή Καλαβρύτων», τα είδη κοινοτικού ενδιαφέροντος που εξαπλώνονται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔΧΒ, περιλαμβάνουν τα εξής είδη αμφιβίων:

ΙΧΘΥΕΣ ΓΛΥΚΕΩΝ ΥΔΑΤΩΝ

Τα είδη της ιχθυοπανίδας που συναντώνται στη περιοχή του Φορέα ανήκουν στην Ιόνιο ζωογεωγραφική περιοχή (Oikonomou, Leprieur & Leonardos, 2014).

 Είδη ιχθύων των εσωτερικών υδάτων που απαντώνται στον Φ.Δ. Χελμού – Βουραίκού.

 Anguilla anguilla (Οικογένεια: Anguillidae) – κοινή ονομασία: Χέλι Κρισίμως Κινδυνέον (IUCN)

  1. Barbus peloponnesius (Οικογένεια: Cyprinidae) – κοινή ονομασία: Χαμοσούρτης,  Πελοποννησιακή μπριάνα
  2. Oncorhynchus mykiss (Οικογένεια: Salmonidae) – κοινή ονομασία: Ιριδίζουσα Πέστροφα
  3. Salaria fluviatilis (Οικογένεια: Blenniidae) – κοινή ονομασία: Ποταμοσαλιάρα
  4. Squalius moreoticus (Οικογένεια: Cyprinidae) – κοινή ονομασία: Ποταμοκέφαλος του Μωριά – Κινδυνέον (IUCN)
  5. Squalius peloponnensis (Οικογένεια: Cyprinidae) – κοινή ονομασία: Πελοποννησιακός Ποταμοκέφαλος
  6. Telestes pleurobipunctatus (Οικογένεια: Cyprinidae) – κοινή ονομασία: Λιάρα, Γκέλμπα
  7. Salmo farioides (Οικογένεια: Salmonidae) – κοινή ονομασία: Ιονική ΠέστροφαΤρωτό (IUCN)

 Ακολουθεί μια σύντομη περιγραφή σημαντικών, για την περιοχή, ειδών.

ΑΣΠΟΝΔΥΛΑ

Τα ασπόνδυλα αποτελούν τη μεγαλύτερη ζωική ομάδα, με πάνω από 1.000.000 είδη παγκοσμίως, η οποία περιλαμβάνει πολυπληθείς επιμέρους κατηγορίες ζώων. Το χαρακτηριστικό που είναι κοινό μεταξύ όλων των ασπόνδυλων είναι η απουσία σπονδυλικής στήλης, αυτή είναι η διάκριση μεταξύ ασπόνδυλων και σπονδυλωτών.

Ο αριθμός των ειδών ασπονδύλων που έχουν καταγραφεί στην Ελλάδα είναι περίπου 27.000, από τα οποία περίπου 4.000 είναι ενδημικά της Ελλάδας, δηλαδή υπάρχουν μόνο στην Ελλάδα και πουθενά αλλού στον κόσμο. Υπολογίζεται όμως ότι πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον 15.000 είδη ακόμη που δεν έχουν ακόμη εντοπιστεί. Οι ελλείψεις αυτές οφείλονται κυρίως στο ότι η πανίδα της Ελλάδας έχει μελετηθεί σποραδικά από ξένους κυρίως επιστήμονες και η βιβλιογραφία βρίσκεται διασπαρμένη σε πολλά μέρη και ορισμένες φορές σε δυσεύρετα περιοδικά (Λεγάκις & Μαραγκού, 2009).

Ο αριθμός των ασπονδύλων της Ελλάδας είναι πολύ μεγάλος σε σχέση με την έκτασή της. Σε μερικές ομάδες, ο αριθμός ειδών ανά τ. χλμ είναι ο υψηλότερος στην Ευρώπη.

Όντας ζώα, τα ασπόνδυλα είναι θηρευτές, και συντηρούνται με την κατανάλωση άλλων οργανισμών. Τα ασπόνδυλα χωρίζονται σε έξι υποκατηγορίες, Σκώληκες, Αρθρόποδα, Μαλάκια, Σπόγγοι, Εχινόδερμα και Κνιδόζωα. Φυσικά, στην περιοχή του Εθνικού Πάρκου δεν απαντώνται όλες αυτές οι κατηγορίες. Μέχρι στιγμής έχουν καταγραφεί κάποια αλλά θεωρείται ότι είναι πολύ λίγα είδη σε σχέση με αυτά που πρέπει να υπάρχουν.

Στον Πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζονται αναλυτικά τα σημαντικότερα είδη που εμφανίζονται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔΧΒ. Σε αυτόν περιλαμβάνονται είδη ασπονδύλων του Παραρτήματος ΙΙ και ΙV της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ που απαντούν στην περιοχή, όπως προκύπτει από τη βιβλιογραφία, από έρευνα πεδίου, καθώς και τα είδη που ανήκουν σε κάποια από τις κατηγορίες κινδύνου των καταλόγων της IUCN.

Viola delphinantha

Οικογένεια: Violaceae

Κοινή ονομασία: Βιόλα η δελφινανθής

Η Viola delphinantha Boiss. είναι χαμαίφυτο ή ημικρυπτόφυτο και περιγράφηκε από τον Άθω το 1843. Αποτελεί είδος προτεραιότητας σύμφωνα με τον κατάλογο του Παραρτήματος ΙΙ της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ και απαντάται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔ Χελμού-Βουραϊκού. Είναι Βαλκανικό ενδημικό είδος με εξάπλωση στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία και ίσως την Αλβανία. Στην Ελλάδα αναφέρεται από τον Χελμό, τον Όλυμπο, τον Άθω, το Παγγαίο, το Φαλακρό και τον Όρβηλο. Αποτελεί πολυετή πόα και αναπτύσσεται σε ρωγμές ασβεστολιθικών βράχων. Κύριες απειλές αποτελούν η αλλαγή της θερμοκρασίας, η ξηρασία και η μικρή βροχόπτωση, καθώς επίσης και η συλλογή. Προστατεύεται επίσης από το Π.Δ. 67/81 και την Σύμβαση Βέρνης.

Valeriana crinii subsp. crinii

Οικογένεια: Valerianaceae

Κοινή ονομασία: Βαλεριάνα η κρίνειος

Η Valeriana crinii subsp. crinii αναπτύσσεται σε σχισμές ασβεστολιθικών βράχων και σάρρες, σε ασβεστολιθικό υπόστρωμα και σε υψόμετρο 1200-2000 m. Είναι τοπικό ενδημικό είδος του Χελμού, γνωστό μόνο από τις βόρειες πλαγιές του όρους. Έχει αξιολογηθεί ως Σπάνιο (R) σύμφωνα με τα κριτήρια της IUCN και απαντάται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔ Χελμού-Βουραϊκού.

Solenanthus stamineus

Οικογένεια: Boraginaceae

Κοινή Ονομασία: Σοληνανθός

Το Solenanthus stamineus εμφανίζεται σε βραχώδεις πλαγιές, σε ασβεστολιθικό υπόστρωμα, σε υψόμετρο 1650-2200 m. Έχει εξάπλωση στην Ελλάδα, στα όρη Χελμός και Γκιώνα, καθώς και στη Τουρκία, την Αρμενία και τη Συρία. Ο πληθυσμός της Γκιώνας πρέπει να αποτελείται από ελάχιστα άτομα. Στον Χελμό είναι πιο κοινό και σχηματίζει ολιγομελείς ομάδες, διάσπαρτες στα ανώτερα υψόμετρα του όρους. Προστατεύεται από το Π.Δ. 67/81 και απαντάται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔ Χελμού-Βουραϊκού.

Silene conglomeratica

Οικογένεια: Caryophyllaceae

To Silene conglomeratica περιγράφηκε το 1983 από το Μέγα Σπήλαιο. Είναι τοπικό ενδημικό είδος του Βουραϊκού. Eίναι τυπικό χασμόφυτο και αναπτύσσεται σε βράχους αποτελούμενους από κροκαλοπαγή πετρώματα, ασβεστολιθικής σύστασης και σε υψόμετρο 800-900 μ.

Polygala subuniflora

Οικογένεια: Polygalaceae

Κοινή ονομασία: Πολύγαλα το υπομονανθές

H Polygala subuniflora περιγράφηκε το 1854 από το ανώτερο τμήμα της κοιλάδας της Στύγας. Είναι τοπικό ενδημικό και εξαιρετικά σπάνιο είδος, γνωστό μόνο από μια θέση. Αναπτύσσεται σε βραχώδεις και πετρώδεις πλαγιές, συνήθως σε θέσεις με σχετικά πυκνή ποώδη βλάστηση, σε υψόμετρο 1900-2200 μ. Ένας πληθυσμός είναι γνωστός μέχρι σήμερα. Το διαφαινόμενο εξαιρετικά μικρό μέγεθος του πληθυσμού του, το καθιστά ευάλωτο σε τυχαία γεγονότα που μπορεί να οδηγήσουν ακόμα και στην εξαφάνισή του. Έχει αξιολογηθεί ως Κινδυνεύον (ΕΝ) σύμφωνα με τα κριτήρια της IUCN, προστατεύεται από το Π.Δ. 67/81 και απαντάται στην περιοχή ευθύνης του ΦΔ Χελμού-Βουραϊκού.